Κλινικές μορφές κατάθλιψης: Μέρος Α'
«Γλυκοχαράζει στα βουνά, μα εγώ τα βλέπω σκοτεινά»
Τσιτσάνης.
Οι προσπάθειες κατανόησης της κατάθλιψης χρονολογούνται από τον 4ο αιώνα π.Χ., όταν
ο Ιπποκράτης χρησιμοποίησε τον όρο
μελαγχολία (μέλαινα χολή - μαύρη χολή) για να εξηγήσει την κατάθλιψη
και την μελαγχολική προσωπικότητα. Στο "ΠΕΡΙ ΦΥΣΙΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ" διαβάζουμε
μάλιστα και τις οξυδερκείς παρατηρήσεις του κορυφαίου αυτού κλινικού γιατρού, περί
χρονιότητας της νόσου και περί του αυξημένου κινδύνου νοσήσεως το φθινόπωρο. Η φύση
δικάζει το λευκό γιασεμί στον κήπο να μαραίνεται το χειμώνα, και το λευκό χιόνι στο όρος να λειώνει το καλοκαίρι!
Κατάθλιψη είναι η
δυσάρεστη συναισθηματική διάθεση του ατόμου που συνοψίζεται σε μια κατάσταση
παθολογικής θλίψης που συνοδεύεται από σημαντική μείωση του αισθήματος προσωπικής αξίας και από την επώδυνη συνείδηση της επιβράδυνσης των νοητικών, ψυχοκινητικών και οργανικών διαδικασιών.
Η λέξη «
κατάθλιψη » χρησιμοποιείται για ένα ευρύ φάσμα συναισθηματικών καταστάσεων που μπορεί να είναι είτε φυσιολογικές είτε παθολογικές. Συνεπώς η κατάθλιψη μπορεί να αποτελεί:
-
μια
φυσιολογική διάθεση ή συναίσθημα , όπως για παράδειγμα όταν λαμβάνει χώρα μια σημαντική για το άτομο απώλεια ή θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου,
-
ένα
σύμπτωμα , στην περίπτωση όπου η κατάθλιψη είναι μια μορφή αντίδρασης στο στρες ή μια δευτερογενής αντίδραση σε ασθενείς με οργανικά ή ψυχιατρικά προβλήματα και,
-
μια
ψυχοπαθολογική διαταραχή ή σύνδρομο , όπως για παράδειγμα η
Μείζων Καταθλιπτική Διαταραχή , η
Δυσθυμική Διαταραχή ή οι
Διπολικές Διαταραχές που μεταξύ άλλων κατατάσσονται, τόσο σύμφωνα με το
ICD-10 (World Health Organization, 1993) όσο και με το
DSM-IV (American Psychiatric Association, 1994), στις Διαταραχές της Διάθεσης.
Με τον όρο «
Διαταραχές της Διάθεσης » ή, παλαιότερα, «
Συναισθηματικές Διαταραχές » αναφερόμαστε σε έναν αριθμό κλινικών καταστάσεων των οποίων το κύριο χαρακτηριστικό είναι η διαταραχή στη διάθεση, που συνοδεύεται από γνωστικές ψυχοκινητικές, ψυχοφυσιολογικές και διαπροσωπικές δυσκολίες.
Η
κατάθλιψη θεωρείται ως μια συνήθης ψυχοβιολογική αντίδραση στην ένταση. Κάθε άτομο αντιμετωπίζει υποχρεωτικά μια ποικιλία από εντάσεις κατά τη διάρκεια της ζωής του, διότι ο άνθρωπος είναι μια ψυχοβιολογική μονάδα που κάθε του σκέψη και συναίσθημα προκαλεί ανάλογη αλλαγή στη χημική σύσταση του νευρικού του συστήματος. Έτσι, γεγονότα όπως ιογενείς λοιμώξεις ή συναισθήματα κατάθλιψης συνοδευόμενα από σωματικά συμπτώματα συχνά αποτελούν απόρροια δυσάρεστων- για το άτομο- γεγονότων (θάνατος αγαπημένου προσώπου, χωρισμός κ. α).
Ωστόσο,
οφείλουμε να κάνουμε έναν διαχωρισμό ανάμεσα στην θλίψη και την κατάθλιψη. Όλοι κάποιες στιγμές στη καθημερινή μας ζωή βιώνουμε συναισθήματα λύπης η οποία μερικές φορές επιμένει και παίρνει διαστάσεις σε βαθμό που παύει να είναι μια απλή «συναισθηματική πτώση» ή, απλώς, μια κακή διάθεση. Τις στιγμές αυτές το άτομο με κατάθλιψη βιώνει πολύ μεγάλη δυσκολία και έντονο «
εσωτερικό πόνο ». Σε αυτή την περίπτωση μπορούμε να μιλήσουμε για
κλινική κατάθλιψη, τη στιγμή που πληρούνται ταυτόχρονα ορισμένα ακόμη συγκεκριμένα κριτήρια που είναι χαρακτηριστικά της κατάθλιψης. Η πλειοψηφία των ανθρώπων πιστεύουν ότι οι περίοδοι κατά τις οποίες αισθάνονται κατάθλιψη περνούν σχετικά γρήγορα και περιμένουν από τους ίδιους αλλά και από τους άλλους να τις καταπολεμήσουν και να μην επιτρέψουν στις δύσκολες στιγμές που περνούν να τους καταβάλλουν. Ιδιαίτερα στην Ελλάδα, δεν δίνεται η βαρύτητα ή ο χρόνος για συζήτηση του ζητήματος της κατάθλιψης, σε αντίθεση με άλλες καταστάσεις που ίσως να βιώνει το άτομο (π.χ. το
άγχος, το οποίο τίθεται σε συζήτηση πιο εύκολα), ίσως επειδή θεωρείται λανθασμένα ότι ο καθένας θα πρέπει να ελέγχει αρκετά καλά τις διαθέσεις και τα συναισθήματα του. Συνεπώς, θεωρείται δεδομένο πως οι δύσκολες στιγμές και εμπειρίες θα πρέπει να ξεπεραστούν σχετικά γρήγορα μέσα από την ενεργή επέμβαση, την προσπάθεια και τη θέληση του ατόμου.
H διαφοροποίηση μεταξύ της φυσιολογικής θλίψης από την κλινική κατάθλιψη είναι συχνά, δύσκολη. Όταν λοιπόν η καταθλιπτική διάθεση επιμένει και προκαλεί εμπόδια και δυσκολίες στην καθημερινή λειτουργικότητα του ατόμου, πάντα σε συνδυασμό με άλλα συμπτώματα, τότε μιλάμε για κλινική κατάθλιψη.
|
Σημαντικό κρίνεται να υπογραμμίσουμε τη διαφορά μεταξύ θλίψης και κατάθλιψης, συναισθηματικές καταστάσεις οι οποίες διαφέρουν, τις περισσότερες φορές τουλάχιστον.
Πιο συγκεκριμένα, ενώ η θλίψη φαίνεται να χαρακτηρίζεται ουσιαστικά από μια επώδυνη απώλεια που βιώνει ένα άτομο, αντίθετα η κατάθλιψη χαρακτηρίζεται από μια «πεσμένη» διάθεση που έχει περιγραφεί και ως «επώδυνη αναισθησία». |
Μάλιστα, η κατάθλιψη ορίζεται και ως μια κατάσταση όπου μεταβάλλεται η ποιότητα και η ένταση της διάθεσης, η οποία επηρεάζει τη λειτουργικότητα του ατόμου και δεν μπορεί να ξεπεραστεί εύκολα, σε τέτοιο βαθμό που το άτομο δεν μπορεί να νιώσει ασφάλεια, να ανακουφιστεί, να νιώσει καλύτερα. Επίπρόσθετα, η διάθεση του ατόμου δεν αλλάζει εύκολα, διατηρείται και πηγάζει από το ίδιο το άτομο. Η δυσάρεστη κατάσταση επιμένει όσο κι αν προσπαθεί το άτομο να την διαφοροποιήσει. Μάλιστα, πολλές φορές, δεν υπάρχει κανένα ερέθισμα που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως έναυσμα για αυτή τη διάθεση.
Υπάρχουν πολλά παρακλάδια στους δαιδάλους της κατάθλιψης:
Mείζων κατάθλιψη
Η κλασσική μορφή που αντιμετωπίζουμε συχνότερα, είναι όπως αναφέραμε,
-
Η
μείζων κατάθλιψη, η οποία ξεκινάει με ένα
μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο . Σύμφωνα με τα κριτήρια του DSM-IV, μιλάμε για μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο αν τουλάχιστον 5 από τα παρακάτω συμπτώματα εμφανιστούν σε διάρκεια 2 εβδομάδων και σηματοδοτούν μία αλλαγή από την προηγούμενη ψυχική κατάσταση που συνοδεύεται απο κλινικά σημαντικό άγχος ή μείωση της κοινωνικής, επαγγελματικής ή άλλης σημαντικής λειτουργικότητας:
(1) καταθλιπτική διάθεση στη μεγαλύτερη διάρκεια της ημέρας, σχεδόν κάθε ημέρα, που αποκαλύπτεται είτε από υποκειμενική αναφορά (π.χ. αισθημάτων ή κενού) ή από παρατηρήσεις τρίτων (π.χ. φαίνεται δακρυσμένος).
Σημείωση: στα παιδιά και στους εφήβους μπορεί να είναι ευερέθιστη διάθεση.
(2) σημαντική ελάττωση του ενδιαφέροντος ή της ευχαρίστησης
(ανηδονία) για όλες ή σχεδόν όλες τις δραστηριότητες στη μεγαλύτερη διάρκεια
της ημέρας, σχεδόν κάθε ημέρα (που αποκαλύπτεται είτε από υποκειμενική περιγραφή
είτε από παρατηρήσεις τρίτων). Χαρακτηριστική είναι η μείωση της σεξουαλικής
διάθεσης (περισσότερα στη ιστοσελίδα μας: Σεξ και
Σεξουαλική διαταραχή στην Κατάθλιψη).
(3) σημαντική απώλεια βάρους χωρίς περιορισμό της τροφής ή αύξηση βάρους (π.χ. μεταβολή του βάρους σώματος πάνω από 5% σε ένα μήνα) ή ελάττωση ή αύξηση της όρεξης σχεδόν κάθε ημέρα. Σημείωση: Στα παιδιά, εξετάζεται η αδυναμία να κερδίσουν το αναμενόμενο βάρος.
(4) αϋπνία (συχνά πρωϊνή - πρώιμη αφύπνιση) ή υπερυπνία σχεδόν κάθε ημέρα
(5) ψυχοκινητική διέγερση ή επιβράδυνση, σχεδόν κάθε ημέρα (μπορεί να γίνει αντιληπτό από τρίτους αλλά δεν αποτελεί μόνο υποκειμενικό αίσθημα νευρικότητας ή νωθρότητας)
(6) κόπωση ή έλλειψη ενεργητικότητας σχεδόν κάθε ημέρα
(7) αίσθημα ματαιότητας ή υπερβολής ή αδικαιολόγητης ενοχής σχεδόν κάθε ημέρα
(8) μείωση της ικανότητας σκέψης ή συγκέντρωσης
ή αναποφασιστικότητα σχεδόν κάθε ημέρα (είτε από υποκειμενική αναφορά είτε ως
παρατήρηση από τρίτους)
(9) επαναλαμβανόμενες σκέψεις θανάτου (όχι μόνο φόβος θανάτου),
επαναλαμβανόμενος αυτοκτονικός ιδεασμός χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο ή απόπειρα
αυτοκτονίας ή συγκεκριμένο σχέδιο εκτέλεσης αυτοκτονίας
Τα παραπάνω συμπτώματα πρέπει να μην οφείλονται σε πένθος από την απώλεια αγαπημένου προσώπου, τα συμπτώματα παραμένουν για περισσότερο από 2 μήνες ή χαρακτηρίζονται από σημαντική λειτουργική έκπτωση, παθολογική προκατάληψη με αίσθημα ματαιότητας, αυτοκτονικό ιδεασμό, ψυχωσικά συμπτώματα ή ψυχοκινητική επιβράδυνση.
Η μείζων κατάθλιψη αναφέρεται συχνά στην βιβλιογραφία και ως μελαγχολική
κατάθλιψη ή μελαγχολία.
Η μείζων κατάθλιψη περιλαμβάνεται στις συναισθηματικές
ψυχώσεις.
Η λέξη ψύχωση τονίζει ακριβώς το γεγονός της μη ύπαρξης πραγματικών αντικειμενικών
αιτίων στη ζωή του ασθενούς που να ευθύνονται για την εμφάνιση της κατάθλιψης. |
|
Η μείζων κατάθλιψη μετριέται εύκολα και με ακρίβεια από τον ψυχίατρο.
Στο ιατρείο, καλύτερη και ακριβέστερη κλίμακα είναι η Hamilton HAM-D. Δύο κυρίως
εκδόσεις της HAM-D, χρησιμοποιούνται ευρέως: με 17 ή με 21 ερωτήματα (HAM-D 17 ή
HAM-D 21). Εμείς, για να μετρήσουμε καθημερινά την κατάθλιψη, χρησιμοποιούμε στάνταρντ
την HAM-D 21.
Η κατάθλιψη μπορεί να μετρηθεί (με μικρότερη ακρίβεια) και από τον ίδιο τον ασθενή,
σε έντυπο ή φόρμα αυτοαξιολόγησης του ZUNG. Στο site μας μπορείτε να μετρήσετε έγκυρα
και ανώνυμα την κατάθλιψη, στη σελίδα: Μετρείστε την κατάθλιψη.
επάνω
|